ЗАВОЗ - ορισμός. Τι είναι το ЗАВОЗ
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι ЗАВОЗ - ορισμός


ЗАВОЗ      
II
сильно испачкать, загрязнить.
З. платье.
завоз      
м. разг.
Действие по знач. глаг.: завозить (1*3).
завоз      
ЗАВ'ОЗ, завоза, мн. нет, ·муж.
1. Действие по гл. завезти
- завозить 1. Необходимо ускорить завоз промышленных изделий в хлебозаготовительные районы.
| Завезенные товары (экон., ·торг. ). Ассортимент районного завоза составляется применительно к местному спросу.
2. Завозившийся на лодке вперед судна якорь с канатом, при помощи которого, притягивая, судно двигали вверх по реке (спец. ·устар. и ·обл. ).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για ЗАВОЗ
1. В Якутии завершен северный завоз Северный завоз в Республику Саха (Якутия) завершен практически на 100 процентов.
2. В количествах, вдвое превышающих предыдущий завоз.
3. - По сезону и завоз разный, - рассказывает Кондаков.
4. На склады начался дополнительный завоз продуктов.
5. Завоз и содержание размножающихся пар - 300... 4.
Τι είναι ЗАВОЗ - ορισμός